Καφέ Αρκούδα

 

Η καφέ αρκούδα ή φαιά αρκούδα ή κοινή αρκούδα (Άρκτος η άρκτος-Ursus arctos) είναι παμφάγο θηλαστικό ζώο και το είδος αρκούδας (ίσως το γνωστότερο) με την μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση, που μπορεί να φτάσει σε μάζα από 170 μέχρι 300 κιλά. Υποείδος της είναι η Αρκούδα γκρίζλι, διάσημη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην Ελλάδα, η καφέ αρκούδα υπάρχει κυρίως στη δυτική και βορειοδυτική Ελλάδα ωστόσο ο πληθυσμός της είναι περιορισμένος. Γενικότερα, απαντάται στην Ασία, την Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική και τα όρη της βόρειας Αφρικής. Έχει μεγάλο κεφάλι, μικρά αυτιά, πατούσες με γερά νύχια και κοντή ουρά. Είναι μοναχικό ζώο. Ο ζωτικός χώρος των αρσενικών προστατεύεται από οποιονδήποτε αντίπαλο και φτάνει τα 1.000 τετρ. χλμ. Τρέφεται με φυτά, ψάρια, μέλι, πτηνά και τρωκτικά. Έχει οξεία όσφρηση και ασθενή όραση. Τα μικρά γεννιούνται τον χειμώνα, ζυγίζουν μερικές εκατοντάδες γραμμάρια και μένουν με την μητέρα τους πάνω από δύο χρόνια.

Περιγραφή

Πόδι καφέ αρκούδας που δείχνει το μέγεθος των νυχιών της

Η αρκούδα είναι η συνέχεια μιας πανάρχαιης ζωής. Με τον πολιτισμό της Ελλάδας, τη συνδέουν μύθοι παραδόσεις και ιστορίες. Είναι ζώο που δεν έχει φυσικούς εχθρούς. Ο μοναδικός εχθρός της είναι ο άνθρωπος.

Μορφολογία

Είναι το μεγαλύτερο χερσαίο θηλαστικό της Ευρώπης, με μεγάλη μυϊκή δύναμη, ιδιαίτερα στο λαιμό και στα άκρα. Έχει τριγωνικό κεφάλι, κυκλικά μικρά αυτιά και μικρά μάτια. Διαθέτει 40-42 δόντια με αναπτυγμένους τους κυνόδοντες και τους γομφίους. Η ουρά της είναι πολύ κοντή και κρύβεται από τη γούνα της, τα πόδια της καταλήγουν σε πέντε δάχτυλα εφοδιασμένα με καμπυλωτά νύχια. Έχει άριστη ακοή και όσφρηση όμως λιγότερο καλή όραση (βλέπει αρκετά καλά σε απόσταση 80 μέτρων αλλά δεν είναι ικανή να διακρίνει άνθρωπο στα 300 μέτρα).

Η αρκούδα βαδίζει πατώντας σε όλο το πέλμα των ποδιών της (ανήκει δηλαδή στα πελματοβάμονα ζώα) και μπορεί να τρέξει με ταχύτητα 40-50 χιλιόμετρα την ώρα. Το ύψος ενός ενήλικου ζώου στον τράχηλο μπορεί να φτάσει τα 1,10 μέτρα, ενώ το συνολικό μήκος κυμαίνεται μεταξύ 1,70 και 2,20 μέτρα. Το ενήλικο θηλυκό ζυγίζει από 60 ως 120 κιλά, ενώ το ενήλικο αρσενικό είναι συνήθως πιο μεγαλόσωμο και το βάρος του κυμαίνεται από 110 ως 250 κιλά. Γενικά το βάρος της αρκούδας δεν είναι ποτέ σταθερό. Το φθινόπωρο γίνεται μέγιστο εφόσον το ζώο αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες λίπους για να καλύψει τις ανάγκες του κατά την περίοδο του χειμέριου ύπνου, ενώ την άνοιξη έχει το ελάχιστο βάρος αφού όλο το λίπος έχει ήδη καταναλωθεί κατά τη διάρκεια του χειμέριου ύπνου. Οι καφέ αρκούδες έχουν μακρύ παχύ τρίχωμα, που στα περισσότερα υποείδη είναι καστανό. Σε δύο υποείδη όμως, στην καφέ αρκούδα των Ιμαλαϊων (U. a. syriacus) και τη Συριακή καφέ αρκούδα (U. a. isabellinus), είναι πιο λευκό, σαν ξεθωριασμένο.

Θηρευτές και προσδόκιμο ζωής

Η αρκούδα ζει περίπου 20 με 25 χρόνια και δεν είναι εκ φύσεως επιθετικό ζώο. Μπορεί βέβαια όπως κάθε αμυνόμενο ζώο να εκδηλώσει επιθετική συμπεριφορά για εκφοβισμό. Όταν σηκώνεται στα πισινά της πόδια δεν εκδηλώνει επιθετική διάθεση, η κίνηση αυτή είναι ανιχνευτική και έχει απλά σκοπό να αυξήσει το οπτικό της πεδίο. Αμυντικό ρόλο έχει το δυνατό της μούγκρισμα. Χαρακτηριστικά της στοιχεία είναι η μεγάλη ταχύτητα της, η ευκινησία της, η ικανότητα της να ψαρεύει, η ικανότητα της στην αναρρίχηση, η χρήση του μπροστινού ποδιού ως “χέρι” κ.α.

Τροφή

Καφέ αρκούδα που μόλις έχει πιάσει έναν σολωμό.

Η αρκούδα είναι ζώο παμφάγο με προτίμηση στις τροφές φυτικής προέλευσης και έχει ανάγκη από μεγάλες ποσότητες τροφής. Τρέφεται με όλων των ειδών τους διαθέσιμους καρπούς του δάσους: Βατόμουρα, άγρια κορόμηλα, κεράσια, μήλα, αχλάδια, σμέουρα, καρπούς σορβιάς, αγριοφράουλες, βελανίδια, καρπούς οξιάς αλλά και βολβούς, ρίζες και χόρτα. Συμπληρώνει το διαιτολόγιο της με μέλι, μικρά και μεγάλα θηλαστικά, έντομα, μυρμήγκια, βατράχια, σαλιγκάρια, ψάρια και χελώνες. Μια πιο αναλυτική προσέγγιση της σύστασης του διαιτολογίου της, δείχνει τη σαφή επικράτηση των τροφών φυτικής προέλευσης (84%) έναντι των τροφών ζωικής προέλευσης (16%).

Χειμέριος ύπνος

Μία από τις αξιοπερίεργες φάσεις του βιολογικού κύκλου της αρκούδας είναι ο χειμέριος ύπνος που διαφέρει ουσιαστικά από τη γνωστή χειμερία νάρκη που χαρακτηρίζει άλλα είδη θηλαστικών όπως ο σκαντζόχοιρος για παράδειγμα. Οι βασικότερες διαφορές είναι:

  • Κατά τη χειμέρια νάρκη η θερμοκρασία του σώματος του ζώου πλησιάζει τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος (σχεδόν 0 °C), οι καρδιακοί παλμοί και ο αναπνευστικός ρυθμός ελαττώνονται δραματικά και το ζώο ξυπνά ανά διαστήματα για να αποβάλει ούρα και κόπρανα.
  • Κατά το χειμέριο ύπνο η θερμοκρασία του σώματος της αρκούδας ελαττώνεται κατά ένα βαθμό περίπου σε σχέση με την κανονική (38 °C), οι καρδιακοί παλμοί και ο αναπνευστικός ρυθμός δεν ελαττώνονται δραματικά και το επίπεδο εγρήγορσης είναι υψηλότερο από ότι στη χειμέρια νάρκη, γι’ αυτό η αρκούδα ξυπνάει πολύ εύκολα όταν ενοχληθεί στη φωλιά της. Τέλος, πρέπει να προσθέσουμε ότι η αρκούδα δεν αποβάλλει ούρα ή κόπρανα γιατί τα ανακυκλώνει ο οργανισμός της.

Ο χειμέριος ύπνος είναι ένας ακόμα τρόπος προσαρμογής της αρκούδας στις αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος όπου ζει. Είναι ουσιαστικά ο μόνος τρόπος επιβίωσης για ένα μεγαλόσωμο παμφάγο θηλαστικό κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Μια ακόμα βασική λειτουργία είναι η προστασία των ευάλωτων νεογνών, εφόσον γεννιούνται μέσα στη φωλιά υπό ιδανικές συνθήκες θερμοκρασίας σαν να είναι ένα είδος θερμοκοιτίδας.

ΠΗΓΗ: Wikipedia